i grew mellow my fruit

29 09 2010

I walked through the summer time with its long sunburned days and short tender nights
I grew my roots deep to satisfy my thirst and my green foliage leisurely sang secrets of the earth
I can recall now, that very afternoon, there were two kids under my shadow completely giving themselves to one another
I brought them, then, asleep and I grew mellow my evening’s fruit
They were fed all night long the cell of their land I had transformed; and they spoke out stories from distant hours and other ground: stories that juice dropped up to the mouth roof
There is an infinite journey inside this very apricot you’re biting

greek version





ωρίμασα καρπούς

28 09 2010

Πέρασα μέσα από το καλοκαίρι που έχει τη μεγάλη μέρα λιόπυρη και τη μικρή του νύχτα τρυφερή
Τράβηξαν οι ρίζες μου βαθιά να ξεδιψάσω και οι φυλλωσιές τραγούδησαν νωχελικά τα μυστικά του εδάφους
Θυμάμαι, εκείνο το μεσημέρι, δυο παιδιά στη σκιά μου, πώς δόθηκαν ολοκληρωτικά το ένα στο άλλο
Ύστερα τα κοίμισα και ωρίμασα απογευματινούς καρπούς
Όλη νύχτα θρέφονταν το κύτταρο της γης που είχα μετασχηματίσει κι έλεγαν ιστορίες, από άλλες ώρες και άλλα χώματα, όπως τις έσταζε στον ουρανίσκο ο χυμός
Είναι άπειρο το ταξίδι στο βερύκοκο που δαγκώνεις

english version





κάνε κάτι για σένα

22 09 2010
golden kitten

“golden kitten” phot@rt by Aeglie

Η κρίση είναι μια μεταμφιεσμένη ευκαιρία, λένε εδώ και καιρό οι τίτλοι και οι υπότιτλοι των προγραμμάτων εκπαίδευσης και δια βίου μάθησης των εργαζομένων στις επιχειρήσεις. Ο λόγος αποδίδεται στην κινέζικη σοφία και χρησιμοποιείται για να ενισχύσει το ηθικό των εργαζομένων και να συνεχίσουν τη σκληρή δουλειά, παρά τη μείωση των υλικών απολαβών τους.
Ναι, με διακατέχει αυτή η εμμονή: φιλτράρω πολύ προσεχτικά και πολύ καχύποπτα αυτά που ακούω και διαβάζω – και ψάχνω πάντα σε ποια κατεύθυνση προσπαθούν να σπρώξουν τη σκέψη και την πράξη μου – και βρίσκω πάντα, ή τις περισσότερες φορές, ότι δεν είναι αυτή η δική μου επιλογή – και απέχω.

Η μαγεία, ωστόσο, συχνά τρυπώνει να φανερωθεί και μέσα από ό,τι έχω αρνηθεί.

Πάντα έκανα πράγματα για μένα. Έτσι όπως συμβουλεύουν εκείνοι στους οποίους έχουμε αναθέσει να μας συμβουλεύουν. Φρόντιζα να έχω στη διάθεσή μου χρόνο και χρήμα για να καταναλώνω σε αγαπημένες ενασχολήσεις. Και αυτό μου έδινε, πρέπει να ομολογήσω, μεγάλη χαρά και ευχαρίστηση. Όπως τα μαθήματα και τα σεμινάρια που παρακολουθούσα σε πεδία που αγαπώ. Και ήταν αυτά που μπορούσα να στερηθώ για να αντιμετωπίσω την οικονομική κρίση που μου επιβλήθηκε για να αντιμετωπιστεί, ανάμεσα σε άλλα, η παγκόσμια έλλειψη τροφίμων.
Έτσι έμεινα με χρόνο δυσανάλογα, σε σχέση με το χρήμα, διαθέσιμο. Και χαλάρωσα, δεν είχα πια τόσο πολλά να προλάβω. Και άρχισα να βλέπω και ν’ ακούω τα σημάδια να με προτρέπουν να κάνω κάτι για τους άλλους. “Α, δεν είμαι εγώ για τέτοια,” ήταν η πρώτη μου αντίδραση. Τα σημάδια όμως επέμεναν κι έκαναν πιο συχνή την παρουσία τους κάθε μέρα που περνούσε. Και ενέδωσα: τηλεφώνησα στο Χαμόγελο του Παιδιού και ζήτησα να με δεχτούν ως εθελόντρια.
Ξεκίνησα πολύ επιφυλακτικά, στην αρχή σε εργασίες μακριά από τα παιδιά. Αλλά ο μαγικός μήνας Αύγουστος, που αλλάζει τους συσχετισμούς, δημιούργησε ένα κενό που μου ζητήθηκε να καλύψω. Δεν είπα όχι. Ευτυχώς, δεν είπα όχι. Και για πρώτη φορά στη ζωή μου, κάνοντας κάτι για τους άλλους, ένιωσα ολοκληρωτική χαρά και ευφροσύνη. Ένιωσα ότι τώρα έκανα πραγματικά κάτι για μένα.

Η χαρά του εθελοντή είναι πικρή. Δημιουργείται στο περιθώριο της δυσχέρειας του συνανθρώπου. Είναι όμως βαθιά και ουσιαστική. Βρίσκεσαι ξαφνικά να συμμετέχεις στην προσπάθεια για έναν καλύτερο κόσμο. Μπορείς, στ’ αλήθεια, να κάνεις κάτι για ν’ ανακουφίσεις τον πόνο του διπλανού σου. Κάτι πραγματικό, απτό. Και τότε είναι η στιγμή που καταλαβαίνεις ότι εκείνος είναι που σε βοηθάει. Βοηθάει να ξυπνήσει μέσα σου ο θαυμασμός, εκεί που πρώτα διαχεόταν ψυχοφθόρος ο οίκτος.





αφύπνιση

13 09 2010

Δισταχτικοί είναι οι θόρυβοι τις μικρές ώρες
Η εκπνοή σου γλιστράει αθόρυβα στο μαξιλάρι
Κι η εισπνοή σου ήσυχα ανασηκώνει το σεντόνι
Μια βαθιά ανάσα σιωπής ξυπνάει τ’ όνειρό μου
Στο μπαλκόνι κάνει πρόβα η ψύχρα του φθινόπωρου
Ανάβω το τσιγάρο μου μες στην καρδιά της νύχτας
Ένα κοτσύφι κρυμμένο στην ελιά λέει τη μέρα
Έρχεσαι και ζεσταίνεις τη ράχη μου
Σε ξύπνησε, λες, το άδειο